Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ως μείζονα γεωπολιτική αναταραχή που ίσως σταθεί αφορμή για την επαναχάραξη ιδεολογικο-πολιτικών, πολιτισμικών και εν τέλει αξιακών συνόρων στον πλανήτη με άξονα (γι’ άλλη μια φορά) τη διάκριση ανάμεσα στη δημοκρατία και τον αυταρχισμό, ανέδειξε συν τοις άλλοις την εξάρτηση της καθημερινότητας των ανθρώπων σε κάθε γωνιά της γης από τους υδρογονάνθρακες. Βρισκόμαστε στην απαρχή μιας νέας πετρελαϊκής κρίσης, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που καταβάλλει η Δύση να την αποκρύψει και να την καμουφλάρει, υιοθετώντας κραυγαλέες (κατά πολλούς εξοργιστικές) εξαιρέσεις στις πολιτικές κυρώσεων κατά της Μόσχας, που εφαρμόζει.
Ρίχνοντας μια ματιά στην σχεδόν πενηντάχρονη ιστορία των πετρελαϊκών κρίσεων, αρχής γενομένης από εκείνη που ξέσπασε μετά τον ατυχή για τον αραβικό κόσμο πόλεμο του 1973 με το Ισραήλ, διαπιστώνει κανείς ότι ουδέποτε συζητήθηκε σοβαρά το ενδεχόμενο να αποκτήσει ο κόσμος εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Έπρεπε να προκύψει η κλιματική κρίση για να αρχίσει να επενδύεται χρήμα στην «πράσινη» ενέργεια.
Και όμως! Πέρα από τον Αίολο και τον ήλιο, που προσφέρουν την καθαρότερη ενέργεια, πέρα από τη δαιμονοποιημένη (όχι αδίκως) πυρηνική ενέργεια που φαίνεται πως επανακάμπτει ασμένως (για να καλυφθεί το κενό στην Ευρώπη από τον αποκλεισμό, στο μέλλον, των ρωσικών υδρογονανθράκων), το επενδυτικό χρήμα παρακάμπτει ένα στοιχείο που βρίσκεται σε αφθονία στον πλανήτη, το υδρογόνο.
Απαξάπαντες (επιστήμονες, πολιτικοί, εθνικές κυβερνήσεις) αναγνωρίζουν ότι το υδρογόνο είναι «το νέο καύσιμο». Αλλά επίσης όλοι παραπέμπουν την χρήση του στις ελληνικές καλένδες. Ασφαλώς η απεξάρτηση από το πετρέλαιο προσκρούει όχι μόνο σε οικονομικο-επιχειρηματικά αλλά και σε γεωπολιτικά προσκόμματα – τι θα απογίνουν οι πετρελαιοπαραγωγικές χώρες της Μέσης Ανατολής που στηρίζουν σχεδόν απολύτως την οικονομία τους στις εξαγωγές υδρογονανθράκων;
Γιατί όμως, ενώ ήδη τα τελευταία χρόνια επενδύονται δισεκατομμύρια για την ανάπτυξη τεχνολογιών όπως η ηλεκτροκίνηση στα αυτοκίνητα για παράδειγμα, δεν χρηματοδοτείται αναλόγως και η τεχνολογία της υδρογονοκίνησης;
Η υστέρηση της ανάπτυξης του υδρογόνου ως του απόλυτα φιλικού προς τον πλανήτη καυσίμου είναι ένα «φαινόμενο» που θα τεθεί επί τάπητος στο Συνέδριο με το γενικό τίτλο «Ο Κόσμος που Αλλάζει», το οποίο διοργανώνει στις 29 και 30 Μαρτίου ο ΟΤ. Μπορεί το υδρογόνο να γίνει το «νέο καύσιμο» που θα «κινήσει τη Γη» τον 21ο αιώνα;
Κρίσιμα ερωτήματα
Στον τομέα του αυτοκινήτου η αλήθεια είναι ότι το παιχνίδι μοιάζει να το κερδίζει η ηλεκτροκίνηση. Κάτι που, σημειωτέον, δεν σημαίνει ότι η νέα αυτή τεχνολογία συνιστά και απεξάρτηση της αυτοκίνησης από τον άνθρακα, διότι αν για να παράξει κανείς ηλεκτρισμό καίει πετρέλαιο ή, ακόμα χειρότερα, λιγνίτη, όλοι αντιλαμβάνονται ότι η σκοπούμενη «φιλικότητα προς το περιβάλλον» πάει περίπατο. Επίσης, θα πρέπει να επισημάνει κανείς ότι η «οικολογική» ανακύκλωση των συσσωρευτών ηλεκτρικού ρεύματος δεν είναι προφανής.
Σε ό,τι αφορά τα (μικρά τουλάχιστον) αυτοκίνητα φαίνεται πως το παιχνίδι το κέρδισε η ηλεκτροκίνηση. Είναι τεράστια τα ποσά που έχουν επενδυθεί για την κατασκευή μπαταριών που θα εξασφαλίζουν στα οχήματα ικανοποιητική αυτονομία, που θα πρέπει να αποσβεστούν. Αλλά το υδρογόνο διεκδικεί με αξιώσεις να αντικαταστήσει τα ορυκτά καύσιμα για να κινήσει τα βαριά φορτηγά οχήματα, τα πλοία, τα αεροπλάνα και επίσης τη λεγόμενη «βαριά βιομηχανία».
Εν προκειμένω, το υδρογόνο ίσως εξελιχθεί σε κλειδί για την επίτευξη των φιλόδοξων περιβαλλοντικών στόχων που θέτουν οι κυβερνήσεις παρέχοντας ενέργεια σε μεταφορικά μέσα που διανύουν μεγάλες αποστάσεις και δεν μπορούν να μπουν εύκολα στην πρίζα, όπως είναι τα πλοία και οι σιδηρόδρομοι. Πώς όμως θα μετατρέπεται το υδρογόνο που βρίσκεται άφθονο στη φύση σε καύσιμο;